Getrouwheid στα ελληνικά
Μετάφραση: getrouwheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστότητα, πιστότητας, πίστη, πίστης, πιστών πελατών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- getrouw στα ελληνικά - πιστός, πιστοί, πιστή, πιστούς, πιστών
- getrouwd στα ελληνικά - παντρεμένος, παντρεμένη, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι
- getuige στα ελληνικά - μάρτυρας, μαρτυρώ, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
- getuigen στα ελληνικά - πιστοποιώ, μαρτυρώ, μάρτυρας, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
Τυχαίες λέξεις
Getrouwheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστότητα, πιστότητας, πίστη, πίστης, πιστών πελατών
Μεταφράσεις: πιστότητα, πιστότητας, πίστη, πίστης, πιστών πελατών