Gezichtseinder στα ελληνικά

Μετάφραση: gezichtseinder, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
Gezichtseinder στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gezet στα ελληνικά - λίπος, θαρραλέος, γερός, χοντρός, εύσωμος, χόνδρος, που, ...
  • gezicht στα ελληνικά - προοπτική, σκηνή, θωριά, πλευρά, πρόσωπο, ορίζοντας, όραμα, ...
  • gezichtskring στα ελληνικά - ορίζοντας, ενοχλώ, Ken, ο Ken, Κεν, τον Ken
  • gezichtspunt στα ελληνικά - εξέδρα, άποψη, σκοπιά, την άποψη, απόψεως, οπτική γωνία
Τυχαίες λέξεις
Gezichtseinder στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα