Μανιώδης στα αγγλικά

Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frantic, inveterate, fierce, furious, rabid
Μανιώδης στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: μανιώδης

rabid
  • φανατικός
  • λυσσασμένος
  • λυσσαλέος
  • μανιώδης
fierce
  • άγριος
  • μανιώδης
frantic
  • μανιώδης
  • έξαλλος
  • παράφρων
  • μαινόμενος
furious
  • έξαλλος
  • ακράτητος
  • μανιώδης
  • λυσσαλέος
inveterate
  • παλαιός
  • μανιώδης
  • βαθειά ριζωμένος
  • χρόνιος

Σχετικές λέξεις: μανιώδης

μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας αγγλικά, μανιώδης στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • μανιτάρι στα αγγλικά - mushroom, mushrooms
  • μανιφέστο στα αγγλικά - manifesto, manifest, the manifesto, a manifesto
  • μαντάρω στα αγγλικά - darn
  • μαντήλι στα αγγλικά - handkerchief, scarf, towel, kerchief, wipe
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: frantic, inveterate, fierce, furious, rabid