Griep στα ελληνικά
Μετάφραση: griep, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρίπη, γρίπης, της γρίπης, γρίπης των, γρίπη των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- greppel στα ελληνικά - τάφρος, λάκκος, τρύπα, ορυχείο, χαντάκι, τάφρο, τάφρου, ...
- gretig στα ελληνικά - άπληστος, πρόθυμος, κερδομανής, μεγάλος, λαίμαργος, ενθουσιώδης, φιλάργυρος, ...
- griesmeel στα ελληνικά - γεύμα, σιμιγδάλι, σιμιγδαλιού, το σιμιγδάλι, σιμιγδαλιών
- griet στα ελληνικά - ρόμβος, Brill, πησσί, το πισί, πισσί, το πισσί
Τυχαίες λέξεις
Griep στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρίπη, γρίπης, της γρίπης, γρίπης των, γρίπη των
Μεταφράσεις: γρίπη, γρίπης, της γρίπης, γρίπης των, γρίπη των