Hebben στα ελληνικά

Μετάφραση: hebben, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατώ, αμπάρι, έχε, έχω, να, για, σε, με, για να
Hebben στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hazewindhond στα ελληνικά - λαγωνικό, κυνοδρομίες, κυνοδρομιών, λαγωνικών, κυνοδρομία
  • hebbelijkheid στα ελληνικά - ξεγελώ, κόλπο, συνήθεια, έξη, τρικ, τέχνασμα, το τέχνασμα, ...
  • hebzuchtig στα ελληνικά - λαίμαργος, παραδόπιστος, σημαίνω, άπληστος, σφιχτός, κερδομανής, τσιγκούνης, ...
  • hecht στα ελληνικά - δυνατός, στάβλος, ουσιαστικός, γερός, εταιρία, σταθερός, ρωμαλέος, ...
Τυχαίες λέξεις
Hebben στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατώ, αμπάρι, έχε, έχω, να, για, σε, με, για να