Inspectie στα ελληνικά

Μετάφραση: inspectie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανασκόπηση, ανασκοπώ, κριτική, αναθεωρώ, επιθεώρηση, επιθεώρησης, ελέγχου, έλεγχο, έλεγχος
Inspectie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inspecteren στα ελληνικά - εποπτεύω, επιθεωρώ, επιθεωρούν, επιθεωρεί, επιθεωρήσει, να επιθεωρεί, επιθεωρήστε
  • inspecteur στα ελληνικά - επιθεωρητής, επόπτης, ελεγκτής, επιθεωρητή, επιθεώρησης, ελεγκτή
  • inspireren στα ελληνικά - εμπνέω, εμπνεύσει, εμπνέουν, εμπνέει, να εμπνεύσει, εμπνεύσουν
  • inspraak στα ελληνικά - φωνή, εκφράζω, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Τυχαίες λέξεις
Inspectie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανασκόπηση, ανασκοπώ, κριτική, αναθεωρώ, επιθεώρηση, επιθεώρησης, ελέγχου, έλεγχο, έλεγχος