Λέξη: μαχαιρώνω

Σχετικές λέξεις: μαχαιρώνω

μαχαιρώνω ονειροκρίτης

Συνώνυμα: μαχαιρώνω

τρυπώ με οξύ εργαλείο

Μεταφράσεις: μαχαιρώνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stab, dirk, knife
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apuñalar, acuchillar, puñal, Dirk, daga, daga escocesa
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stich, Dolch, dirk
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lanciner, aiguillonner, picoter, pointer, piquer, poignarder, larder, poignard, Dirk, dague, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accoltellare, pugnale, Dirk, di Dirk, daga, pugnale di marinaio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
punhal, adaga, Dirk, de Dirk
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
priemen, pikken, prikken, steken, dolk, Dirk, zeemansdolk, van Dirk, ponjaard
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
заколоть, пронзить, закалывать, удар, забодать, пронзать, кортик, Дирк, Dirk, кинжал, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stikke, dirk
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dirk, dolken, dolk
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tökätä, sohia, iskeä, pistää, puukottaa, sorkkia, tikari, Dirk
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stikke, dirk
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
píchnout, bodat, bodnout, probít, pobodat, propíchnout, Dirk, dýka, dýku, Dirku, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dźgać, zadźgać, dźgnięcie, kłuć, sztyletować, szargać, ukłuć, pchać, zakłuć, ranić, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tőr, Dirk, tõrrel, tőrt, tõr
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kısa kılıç, Dirk, İskoç kaması
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
удар, заколоти, колоти, кортик, кортика
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kamë, Dirk, Dik
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кортик, кама, Dirk, Дирк, камата
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
корцік
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
torkama, dirk
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zabiti, ubod, ubosti, zaklati, raniti, rana, kama, bodež, Dirk, je Dirk, ...
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Dirk, Do, Dirk sem
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
durklas, Dirk, Dirkas, durti durklu, Duncis
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
duncis, Dirk, nodurt ar dunci, Dirks
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Дирк, Dirk, на Дирк, на Dirk
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pumnal, Dirk, pumnalul, înjunghia
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Dirk, Bodež, Dirk je
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bodnutí, Dirk
Τυχαίες λέξεις