Kam στα ελληνικά
Μετάφραση: kam, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορυφογραμμή, χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
Μεταφράσεις
- kalmeren στα ελληνικά - σωπαίνω, γαλήνιος, ησυχασμός, ακίνητος, σιγή, σιωπή, ήσυχος, ...
- kalmte στα ελληνικά - νηνεμία, σιωπή, σιγή, ήσυχος, ατάραχος, σωπαίνω, αταραξία, ...
- kameel στα ελληνικά - καμήλα, καμήλας, καμήλες, με καμήλες, καμήλου
- kamer στα ελληνικά - θαλάμη, χώρος, θάλαμος, κοιλότητα, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Kam στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορυφογραμμή, χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
Μεταφράσεις: κορυφογραμμή, χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας