Kanaal στα ελληνικά
Μετάφραση: kanaal, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διώρυγα, διοχετεύω, πορθμός, πίπα, ρείθρο, αυλός, οχετός, κανάλι, σωλήνωση, σωλήνας, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kamwiel στα ελληνικά - προσαρμόζω, ταχύτητα, οδοντωτό, Cog, Cog Δοκιμές, Cog Εργαλεία, Cog Υλικά
- kan στα ελληνικά - στάμνα, κούπα, μούρη, κανάτα, μπορώ, μπορεί, μπορούν, ...
- kanarie στα ελληνικά - καναρίνι, Καναρίων, Καναρίους, Κανάριες, Κανάριοι
- kandelaar στα ελληνικά - λυχνία, κηροπήγιο, κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
Τυχαίες λέξεις
Kanaal στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διώρυγα, διοχετεύω, πορθμός, πίπα, ρείθρο, αυλός, οχετός, κανάλι, σωλήνωση, σωλήνας, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Μεταφράσεις: διώρυγα, διοχετεύω, πορθμός, πίπα, ρείθρο, αυλός, οχετός, κανάλι, σωλήνωση, σωλήνας, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο