Klaarspelen στα ελληνικά
Μετάφραση: klaarspelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτυγχάνω, πετυχαίνω, επιτύχει, επιτύχουν, πετύχει, να πετύχει, πετύχουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- klaarblijkelijk στα ελληνικά - εμφανής, προφανής, φανερός, σκέτος, εναργής, φαινομενικός, κάμπος, ...
- klaarmaken στα ελληνικά - ετοιμάζεται, ετοιμάζονται, προετοιμάζεται, ετοιμαζόταν, ετοιμασία
- klad στα ελληνικά - μέρος, εντοπίζω, μουτζουρώνω, αμαυρώνω, βούλα, μουτζούρα, σπυρί, ...
- klagen στα ελληνικά - παραπονιέμαι, να, για, σε, με, για να
Τυχαίες λέξεις
Klaarspelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτυγχάνω, πετυχαίνω, επιτύχει, επιτύχουν, πετύχει, να πετύχει, πετύχουν
Μεταφράσεις: επιτυγχάνω, πετυχαίνω, επιτύχει, επιτύχουν, πετύχει, να πετύχει, πετύχουν