Kloppen στα ελληνικά

Μετάφραση: kloppen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γογγύζω, απεργία, χτυπώ, δονούμαι, βαρώ, σουξέ, παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν
Kloppen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kloot στα ελληνικά - αρένα, αρμοδιότητα, κόσμος, περιοχή, χωράφι, κουβάρι, κυριαρχία, ...
  • klop στα ελληνικά - θρυμματίζω, βρόντος, ιμάντας, κρότος, σπάζω, βροντώ, κομματιάζω, ...
  • klos στα ελληνικά - πηνίο, μηχανάκι, κουλούρα, μασούρι, κουβαρίστρα, μπομπίνα, μπομπίνας
  • klotsen στα ελληνικά - πιτσιλίζω, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, αγκαλιά, γύρο, γύρου, κάτω του υπογαστρίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Kloppen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γογγύζω, απεργία, χτυπώ, δονούμαι, βαρώ, σουξέ, παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν