Kost στα ελληνικά
Μετάφραση: kost, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαγητό, τροφή, θρέψη, δικαστικά έξοδα, κόστος, έξοδα, κόστους, δαπάνες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kortzichtig στα ελληνικά - μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης
- kosmos στα ελληνικά - κόσμος, υφήλιος, δημιουργία, ύπαρξη, σύμπαν, Cosmos, σύμπαντος, ...
- kostbaar στα ελληνικά - ακριβός, τιμαλφής, πολύτιμος, αγαπητός, αγαπημένος, δαπανηρός, δαπανηρή, ...
- kostelijk στα ελληνικά - μεγάλος, νόστιμος, απίθανος, πολύτιμος, πολύτιμα, πολύτιμο, πολύτιμων, ...
Τυχαίες λέξεις
Kost στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαγητό, τροφή, θρέψη, δικαστικά έξοδα, κόστος, έξοδα, κόστους, δαπάνες
Μεταφράσεις: φαγητό, τροφή, θρέψη, δικαστικά έξοδα, κόστος, έξοδα, κόστους, δαπάνες