Kreunen στα ελληνικά
Μετάφραση: kreunen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστενάζω, στενάζω, τρίξιμο, αναστεναγμός, μουγκρητό, μουγκρίζω, γκρίνια, βογκητό, βογγητό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- krenkend στα ελληνικά - υβριστικός, καταχρηστικός, καταχρηστική, καταχρηστικές, καταχρηστικής, καταχρηστικών, καταχρηστικό
- kreukelen στα ελληνικά - πτυχή, ζάρωμα, τσάκιση, πτυχώσεως, πτύχωσης, τσαλακώνεται
- kreupel στα ελληνικά - κουτσός, κουτσό, lame, λαμέ, χωλός
- krib στα ελληνικά - φάτνη, φράγμα, προβόλων, πρόβολος, προβόλου
Τυχαίες λέξεις
Kreunen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστενάζω, στενάζω, τρίξιμο, αναστεναγμός, μουγκρητό, μουγκρίζω, γκρίνια, βογκητό, βογγητό
Μεταφράσεις: αναστενάζω, στενάζω, τρίξιμο, αναστεναγμός, μουγκρητό, μουγκρίζω, γκρίνια, βογκητό, βογγητό