Lamp στα ελληνικά

Μετάφραση: lamp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυχνία, βολβός, λάμπα, γλόμπος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Lamp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lam στα ελληνικά - αρνί, αρνιού, αμνού, αμνών, αρνάκι
  • lamleggen στα ελληνικά - παραλύω, παραλύσει, παραλύσουν, παραλύουν, παραλύει
  • lampje στα ελληνικά - βολβός, γλόμπος, λαμπτήρα, λάμπα, βολβού, βολβό
  • lampolie στα ελληνικά - κηροζίνη, πετρέλαιο, κηροζίνης, της κηροζίνης, την κηροζίνη
Τυχαίες λέξεις
Lamp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυχνία, βολβός, λάμπα, γλόμπος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση