Lelijk στα ελληνικά
Μετάφραση: lelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαίσιος, βρόμικος, βρώμικος, άσχημος, ακάθαρτος, ανέντιμος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lel στα ελληνικά - ραπίζω, χαστούκι, κόλαφος, σφαλιάρα, ράπισμα, slap
- lelie στα ελληνικά - κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
- lemmer στα ελληνικά - λεπίδα, λεπίδας, λεπίδων, πτερυγίου, blade
- lemmet στα ελληνικά - λεπίδα, λεπίδας, λεπίδων, πτερυγίου, blade
Τυχαίες λέξεις
Lelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαίσιος, βρόμικος, βρώμικος, άσχημος, ακάθαρτος, ανέντιμος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
Μεταφράσεις: απαίσιος, βρόμικος, βρώμικος, άσχημος, ακάθαρτος, ανέντιμος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες