Lichaamsbouw στα ελληνικά

Μετάφραση: lichaamsbouw, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύψος, σωματική διάπλαση, Μυϊκή δύναμη, διάπλαση, σώμα, διάπλασή
Lichaamsbouw στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • libretto στα ελληνικά - φυλλάδιο, βιβλιαράκι, λιμπρέτο, λιμπρέτου, λιμπρέτο του, το λιμπρέτο, λιμπρέττο
  • licentie στα ελληνικά - επιτρέπω, άδεια, άδειας, πιστοποιητικού, αδείας, πιστοποιητικό
  • lichamelijk στα ελληνικά - σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
  • licht στα ελληνικά - αμυδρός, επιπόλαιος, απλοϊκός, ξεκάθαρα, διαυγής, μικρός, ανάβω, ...
Τυχαίες λέξεις
Lichaamsbouw στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύψος, σωματική διάπλαση, Μυϊκή δύναμη, διάπλαση, σώμα, διάπλασή