Limiet στα ελληνικά

Μετάφραση: limiet, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνορο, περιορίζω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
Limiet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • likeur στα ελληνικά - εγκάρδιος, λικέρ, λικέρ που, liqueur, ηδύποτο
  • likken στα ελληνικά - συντρίβω, γλείφω, νικώ, γλείψιμο, lick, γλείφουν, δαρμός
  • limonade στα ελληνικά - λεμονάδα, λεμονάδας, αναψυκτικού, η λεμονάδα, από λεμονάδα
  • linde στα ελληνικά - ασβέστης, φιλύρα, φλαμουριά, Linden, φλαμουριάς, φιλύρας
Τυχαίες λέξεις
Limiet στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνορο, περιορίζω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας