Λέξη: μπουμπουνίζω

Μεταφράσεις: μπουμπουνίζω

μπουμπουνίζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
thunder, rumble, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fulminar, rugir, estruendo, trueno, tronar, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
donner, bauschutt, gepolter, rumpeln, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tonner, retentir, sonner, roulement, fracas, grondement, fulminer, gronder, tonnerre, foudre, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rumoreggiare, tuonare, rombo, tuono, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
polegar, trovão, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bulderen, daveren, donderen, donder, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
урчать, грянуть, рокот, шум, гром, рокотать, грохотанье, тарахтеть, ропот, раскат, грохотать, громыхать, грохот, громыхание, недовольство, гул, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
torden, ramle, tordne, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dåna, dån, åska, tordön, mullra, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
möykkä, pauke, ärjyä, jyske, ukkonen, jyrinä, ärjäistä, vieriä, möly, jyly, jyristä, murista, jylistä, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
torden, tordne, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hromovat, rachot, zahřmět, hrom, hřmět, dunění, hrčet, burácet, hřmění, zahřímat, burácení, rachotit, dunět, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szlag, piorun, burczeć, dudnić, turkotać, rumor, grom, huczeć, zaburczeć, huk, dudnienie, grzmot, grzmieć, turkot, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zörömbölés, korgás, moraj, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грюкіт, грім, гуркотати, грюкотіти, грюкання, грюкати, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
buças, shungëlloj, bubullin, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
грохот, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гром, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõmistama, kambakaklus, mürisema, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tutnjava, tutnjiti, klepetanje, grmljavina, grmjeti, buka, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þruma, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
griaustinis, perkūnas, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dārdi, pērkons, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
грмеж, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tunet, bubui, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hrom, treska, grom, grmeti, boumpounizo

μπουμπουνίζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hrom, hrčení, boumpounizo
Τυχαίες λέξεις