Molen στα ελληνικά

Μετάφραση: molen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοστάσιο, μύλος, αλέθω, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Molen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mol στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
  • molecuul στα ελληνικά - μόριο, μορίου, μόριο που, μόριο του, το μόριο
  • molenaar στα ελληνικά - μυλωνάς, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων
  • mom στα ελληνικά - προσωπείο, μάσκα, μαμά, Η μαμά, τη μαμά, μητέρα
Τυχαίες λέξεις
Molen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, μύλος, αλέθω, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο