Mummelen στα ελληνικά
Μετάφραση: mummelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουρμουρίζω, μουρμούρισμα, ψιθυρίζω, Mutter, μουρμουρίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mulder στα ελληνικά - μυλωνάς, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων
- multipliceren στα ελληνικά - πολλαπλασιάζω, πολλαπλασιάστε, πολλαπλασιάσουμε, πολλαπλασιάσετε, πολλαπλασιάσει, πολλαπλασιάζουν
- mummie στα ελληνικά - μαμά, μούμια, μούμιας, μούμια του, μουμιών
- munitie στα ελληνικά - πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
Τυχαίες λέξεις
Mummelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, μουρμούρισμα, ψιθυρίζω, Mutter, μουρμουρίζουν
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, μουρμούρισμα, ψιθυρίζω, Mutter, μουρμουρίζουν