Muntmeester στα ελληνικά

Μετάφραση: muntmeester, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταμίας, μέντα, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείο, νομισματοκοπείου
Muntmeester στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • muntkenner στα ελληνικά - νομισματοσυλλέκτης, νομισματολίγος, νομισματολόγο, νομισματολόγος, νομισματολόγου
  • muntkunde στα ελληνικά - νομισματολογία, νομισματικής, νομισματική, νομισματολογίας
  • muntstempel στα ελληνικά - γραμματόσημο, χαρτόσημα, σφραγίδα, σφραγίδας, χαρτοσήμου, τη σφραγίδα
  • murmelen στα ελληνικά - γκρινιάζω, μουρμουρίζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
Τυχαίες λέξεις
Muntmeester στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταμίας, μέντα, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείο, νομισματοκοπείου