Nablijven στα ελληνικά

Μετάφραση: nablijven, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραμένω, παραμένουν, παραμείνει, παραμείνουν, παραμένει, εξακολουθούν
Nablijven στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nabij στα ελληνικά - από, πλάι, δίπλα, σε, αποπνιχτικός, κοντινός, κολλητός, ...
  • nabijheid στα ελληνικά - μαχαλάς, εγγύτητα, γειτονιά, εγγύτητας, κοντά, απόσταση, γειτνίαση
  • nabootsen στα ελληνικά - αντίτυπο, αντίγραφο, αντιγράφω, μιμούμαι, μίμος, μιμούνται, μιμητικό, ...
  • nabootser στα ελληνικά - μίμος, μιμούνται, μιμητικό, μιμικό, μιμητικού
Τυχαίες λέξεις
Nablijven στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραμένω, παραμένουν, παραμείνει, παραμείνουν, παραμένει, εξακολουθούν