Nationaal στα ελληνικά
Μετάφραση: nationaal, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, εθνικό, εθνικά
![Nationaal στα ελληνικά Nationaal στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-nl-gr-6487.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nat στα ελληνικά - βρεγμένος, υγρός, περιχύω, υγρό, υγρή, υγρής, υγρά
- natie στα ελληνικά - προσγειώνομαι, έθνος, έδαφος, εξοχή, πατρίδα, χώρα, προσγειώνω, ...
- nationaliseren στα ελληνικά - εθνικοποιώ, πολιτογραφώ, εθνικοποιήσει, κρατικοποιήσει, εθνικοποίηση
- nationalisme στα ελληνικά - εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού
Τυχαίες λέξεις
Nationaal στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, εθνικό, εθνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, εθνικό, εθνικά