Nieuwtje στα ελληνικά

Μετάφραση: nieuwtje, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδήσεις, νέα, News, ειδήσεων, είδηση
Nieuwtje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nieuwsgierig στα ελληνικά - περίεργος, κερδοσκοπικός, εικαστικός, υποθετικός, θεωρητικός, αδιάκριτος, περιέργεια, ...
  • nieuwsgierigheid στα ελληνικά - παραξενιά, περιέργεια, ιδιορρυθμία, την περιέργεια, περιέργειά, περιέργειας, την περιέργειά
  • niezen στα ελληνικά - φταρνίζομαι, φτάρνισμα, φτερνίζεστε, φτερνιστεί, φτερνίζονται, φταρνίζεστε
  • nihil στα ελληνικά - τίποτα, μηδέν, τίποτε, τίποτα δεν, δεν, καμία
Τυχαίες λέξεις
Nieuwtje στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδήσεις, νέα, News, ειδήσεων, είδηση