Λέξη: πασπατεύω

Συνώνυμα: πασπατεύω

αισθάνομαι, νιώθω, ψηλαφώ, αγγίζω, παίζω βιολί, χασομερώ

Μεταφράσεις: πασπατεύω

πασπατεύω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fumble, fiddle

πασπατεύω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
violín, el violín, fiddle, del violín, violín de

πασπατεύω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vernichten, ruinieren, verpfuschen, zerstören, Geige, Fiedel, Fiddle, Fidel

πασπατεύω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tâtonner, fouillons, fouillent, fouiller, fouillez, violon, fIDDLE, le violon, du violon, violoneux

πασπατεύω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
violino, fiddle, il violino, a violino, di violino

πασπατεύω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
violino, rabeca, fiddle, do violino, mexer

πασπατεύω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
scharrelen, friemelen, viool, vedel, fiddle

πασπατεύω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нащупывать, шарить, вертеть, скрипка, скрипку, скрипки, скрипке, скрипкой

πασπατεύω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fele, fela, fiddle

πασπατεύω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fiol, fiolen, lurendrejerit, lurendrejeri, fiddle

πασπατεύω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koluta, hamuilla, viulu, fiddle, viulua, pukki

πασπατεύω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
violin, fiddle, violinen, rode, fiol

πασπατεύω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
prohledávat, housle, podfuk, pohrávat si, fidlat, fixlovat

πασπατεύω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gmerać, chwycić, grzebać, trzymać, chwytać, szperać, skrzypce, fiddle, fidel, skrzypcach, skrzypki

πασπατεύω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hegedű, hegedűn, a hegedű, hegedűvel

πασπατεύω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
keman, dalavere, vaktini boşa harcamak, aylaklık etmek, keman çalmak

πασπατεύω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вертіти, намацувати, скрипка, скрипку

πασπατεύω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
violinë, violina, hark, bie violinës

πασπατεύω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
цигулка, гъдулка, цигулката, свиря на цигулка, губя си времето

πασπατεύω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скрыпка

πασπατεύω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koba, soperdama, kobama, viiul, viiulit, fiddle, fiidel, viiulit mängima

πασπατεύω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
preturati, petljati, violina, gusle, besposličariti, gusala

πασπατεύω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fiðla, fiðlunar

πασπατεύω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
smuikas, smuiku, knyburys, klastoti, Liesti kažkas bezmyślnie

πασπατεύω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vijole, vijoles, vijole ir, spēlēt vijoli, turēt rokās

πασπατεύω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Виолинистот, тинтири, виолина, плетка, празни

πασπατεύω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vioară, scripcă, violă, cânta la vioară, irosi

πασπατεύω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gosli, Violina, dren, fiddle, trudili

πασπατεύω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
husle, husliach, housle
Τυχαίες λέξεις