Onbetaald στα ελληνικά
Μετάφραση: onbetaald, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικός, απλήρωτη, πριν από την καταβολή, άνευ αποδοχών, άνευ, μη αμειβόμενη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- onbeschoft στα ελληνικά - αδιάντροπος, ξετσίπωτος, ασύστολος, αγενής, Rude, αγενείς, αγενή, ...
- onbestaanbaar στα ελληνικά - αδύνατον, αδύνατος, αδύνατο, αδύνατη, δυνατόν
- onbetekenend στα ελληνικά - ασήμαντος, ασήμαντη, ασήμαντο, ασήμαντες, αμελητέα
- onbeweeglijk στα ελληνικά - ακίνητος, ακίνητο, ακίνητη, ακίνητοι, ακίνητα
Τυχαίες λέξεις
Onbetaald στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, απλήρωτη, πριν από την καταβολή, άνευ αποδοχών, άνευ, μη αμειβόμενη
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, απλήρωτη, πριν από την καταβολή, άνευ αποδοχών, άνευ, μη αμειβόμενη