Ondergaan στα ελληνικά
Μετάφραση: ondergaan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπομένω, χάνομαι, εμμένω, παθαίνω, αντέχω, γεννώ, υποφέρω, πάσχω, πηγαίνοντας κάτω, πηγαίνουν κάτω, πάει κάτω, πάει κάτω από, θα βγουν στο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- onderdompelen στα ελληνικά - βουτώ, βυθίζομαι, βυθίζετε, βυθίζονται, βυθιστεί, κατακλύζουν
- onderdrukken στα ελληνικά - φλομώνω, περιορίζω, καταστέλλω, πνίγω, στραγγαλίζω, παρεμποδίζω, καταπνίγω, ...
- ondergang στα ελληνικά - ειμαρμένη, κόλαση, χαμός, μοίρα, doom, μοίρας, καταστροφής
- ondergeschikte στα ελληνικά - υφιστάμενος, υποδεέστερη, δευτερεύοντα, δευτερεύουσα, υπάγεται, δευτερευόντως
Τυχαίες λέξεις
Ondergaan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπομένω, χάνομαι, εμμένω, παθαίνω, αντέχω, γεννώ, υποφέρω, πάσχω, πηγαίνοντας κάτω, πηγαίνουν κάτω, πάει κάτω, πάει κάτω από, θα βγουν στο
Μεταφράσεις: υπομένω, χάνομαι, εμμένω, παθαίνω, αντέχω, γεννώ, υποφέρω, πάσχω, πηγαίνοντας κάτω, πηγαίνουν κάτω, πάει κάτω, πάει κάτω από, θα βγουν στο