Ondersteunen στα ελληνικά

Μετάφραση: ondersteunen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, για, στην, να, σε, με
Ondersteunen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • onderste στα ελληνικά - πάτος, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
  • onderstelling στα ελληνικά - θεωρία, οίκημα, κατάστημα, υπόθεση, υποτεθεί, αν υποτεθεί, προϋπόθεση, ...
  • ondersteuning στα ελληνικά - βοήθεια, υποστήριγμα, εκτόνωση, επιδότηση, ανακούφιση, αρωγή, συμπαράσταση, ...
  • onderstrepen στα ελληνικά - υπογραμμίζω, υπογραμμίζουν, υπογραμμίσω, υπογραμμίσει, υπογραμμιστεί
Τυχαίες λέξεις
Ondersteunen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, για, στην, να, σε, με