Λέξη: ευθυμία

Σχετικές λέξεις: ευθυμία

ευθυμία μαυρομιχάλη, ευθυμία μπάσδρα, ευθυμία δεσποτάκη, ευθυμία βαρυτιμίδου, ευθυμία κάννερ, ευθυμία δέδε, ευθυμία παπαθεοδώρου, ευθυμία γιορτή, ευθυμία χαλάτση, ευθυμία πανταζοπούλου

Συνώνυμα: ευθυμία

χαρά, καντάδα, κέφι, επευφημία, διάθεση, χιούμορ, πνεύμα, φαιδρώτης, ζωηρότης, ζωηρότητα, ιλαρότητα, φαιδρότητα, ιλαρότης, πανηγύρι, γλέντι, εορτασμός, φαιδρότης, ελαστικότητα, ελαστικότης, ελαφρότης, ελαφρότητα, αναπήδηση, διασκέδαση

Μεταφράσεις: ευθυμία

ευθυμία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mirth, frolic, merriment, cheer, conviviality, gaiety

ευθυμία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
retozar, alborozo, hilaridad, humor, animar, viva, alentar, alegría

ευθυμία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
belustigung, lustig, jux, scherzen, fröhlichkeit, scherz, spaß, ausgelassenheit, jubeln, Hoch, Hurra, Beifall

ευθυμία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
batifoler, divertissement, enjouement, ébats, gaieté, gaillard, badin, amusement, entrain, folichon, alacrité, amusette, folâtre, s'amuser, folichonner, badiner, acclamation, joie, chère, humeur, cheer

ευθυμία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gioco, rallegrare, applauso, evviva, allegria, acclamazione

ευθυμία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ânimo, alegria, alegrar, animar, elogio

ευθυμία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dartel, schalks, ondeugend, juichen, gejuich, vrolijkheid, cheer, moed

ευθυμία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
веселье, шалость, резвиться, дурить, развлечение, радость, резвость, веселый, ликование, резвый, ура, приветствие, развеселить, настроение, поболеть

ευθυμία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hurrarop, cheer, heie, juble

ευθυμία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cheer, jubel, mod, hurra, heja

ευθυμία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
telmiä, riemu, hillua, ilottelu, raisu, teutaroida, kirmata, eläköön, hurrata, cheer, mielellä, rohkeina

ευθυμία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cheer, juble, humør, heppe, hurraråb

ευθυμία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
veselí, veselost, rozdováděný, dovádivý, zábava, dovádět, radost, veselý, skotačit, žertovat, potěšit, jásot, rozveseluje, fandit, cheer

ευθυμία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pofiglować, pohasać, wesołość, swawolny, wesele, swawolić, baraszkować, bisurmanić, zabawa, uciecha, dokazywać, radość, swawola, igraszka, figlarny, dopingować, wiwatować, nastrój, Cheer, rozchmurz

ευθυμία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pajkoskodás, éljenzés, hangulat, felvidítani, cheer, vidámságot

ευθυμία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
neşe, tezahürat, teselli, alkış, neşelendirmek

ευθυμία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пустощі, пожвавлено, дзеркала, витівка, ура, загранице, в загранице

ευθυμία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gëzim, mbush me gëzim, ngazëllim, brohoritje, humor

ευθυμία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ура, настроение, развесели, аплодира, веселие

ευθυμία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўра, ура

ευθυμία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lust, hullama, hullamine, rõõm, lõbu, vallatlus, tuju, cheer, elavdada, rõõmsad, Hüüab eläköötä

ευθυμία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
radost, veselje, zabava, veselost, igra, veseo, šala, klicanje, veseliti, veseliti se, razveseliti, veseli

ευθυμία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fagnaðarlæti, hressa, rómur, hughreysta, róm

ευθυμία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nudžiuginti, Cheer, nuotaika, džiūgauti, džiaugsmo šauksmas

ευθυμία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līksmība, jautrība, uzmundrināt, garastāvoklis, Cheer

ευθυμία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
расположи, навиваат, навивачки, кои навиваат, поздрав

ευθυμία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
veselie, distracţie, ridica moralul, majorete, Îndrăzniți, de majorete

ευθυμία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
veselí, navijaška, cheer, navijanja, aplavdiralo tej akciji, aplavdiralo tej

ευθυμία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veselí, smiech, potešiť

Στατιστικά δημοτικότητας: ευθυμία

Τυχαίες λέξεις