Onderwerp στα ελληνικά

Μετάφραση: onderwerp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράγμα, υποκείμενο, θέμα, αντιτείνω, αντικείμενο, υπήκοος, περιεχόμενο, Θεματική κατηγορία, Διάφορες πληροφορίες Συντάχθηκε
Onderwerp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ondervinding στα ελληνικά - εμπειρία, πείρα, εμπειρίας, την εμπειρία, εμπειριών
  • ondervragen στα ελληνικά - ζήτημα, ανακρίνω, ερώτημα, ερώτηση, ανακρίνουν, ανακρίνει, να ανακρίνουν, ...
  • onderwerpen στα ελληνικά - υποβάλλω, υποτάσσω, παραδίδομαι, υποτάσσομαι, υποστηρίζω, υποβάλουν, να υποβάλουν, ...
  • onderwijs στα ελληνικά - μόρφωση, διδασκαλία, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
Τυχαίες λέξεις
Onderwerp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράγμα, υποκείμενο, θέμα, αντιτείνω, αντικείμενο, υπήκοος, περιεχόμενο, Θεματική κατηγορία, Διάφορες πληροφορίες Συντάχθηκε