Opeenstapeling στα ελληνικά
Μετάφραση: opeenstapeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συρροή, σύναξη, συναρμολόγηση, συσσώρευση, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opeens στα ελληνικά - αιφνιδιαστικά, ξαφνικά, απότομα, ξαφνικά να, αιφνιδίως, αιφνίδια
- opeenstapelen στα ελληνικά - συσσωρεύω, αποθησαυρίζω, συσσωρεύματος, συσσωματώματος, μορφή συσσωματώματος, συσσώρευμα, με μορφή συσσωματώματος
- opeenvolging στα ελληνικά - αλληλουχία, σειρά, διαδοχή, ακολουθία, αλληλουχίας, ακολουθίας
- opeisen στα ελληνικά - ανάγκη, απαίτηση, περιλαμβάνω, χρειάζομαι, αιτώ, ζήτηση, παίρνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Opeenstapeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συρροή, σύναξη, συναρμολόγηση, συσσώρευση, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
Μεταφράσεις: συρροή, σύναξη, συναρμολόγηση, συσσώρευση, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση