Ophogen στα ελληνικά

Μετάφραση: ophogen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αύξηση, υψώνω, αναστηλώνω, ανυψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, ασανσέρ, αυξάνω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Ophogen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ophijsen στα ελληνικά - ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών
  • ophitsen στα ελληνικά - παρακινώ, προκαλώ, διεγείρω, υποβοηθώ, υποκινούν, υποκινήσουν, υποδαυλίζουν, ...
  • ophopen στα ελληνικά - συσσωρεύω, σωρός, αποθησαυρίζω, στοιβάδα, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, ...
  • ophouden στα ελληνικά - στήριγμα, συμπαράσταση, τελειώνω, λήγω, καθυστερώ, ολόκληρος, ολοκληρώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Ophogen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αύξηση, υψώνω, αναστηλώνω, ανυψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, ασανσέρ, αυξάνω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει