Opslorpen στα ελληνικά

Μετάφραση: opslorpen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορροφώ, αργοπίνω, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει
Opslorpen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opslag στα ελληνικά - αύξηση, ανατέλλω, αποθήκευση, αυξάνομαι, ορθώνομαι, αποθήκευσης, φύλαξης, ...
  • opslagplaats στα ελληνικά - βάζω, αποθήκευση, αποθηκεύω, μαγαζί, αποθήκη, αποθήκης, αποθήκες, ...
  • opslorping στα ελληνικά - απορρόφηση, απορρόφησης, απορροφήσεως, την απορρόφηση, η απορρόφηση
  • opsluiten στα ελληνικά - φυλακίζω, κλειδώνω, κρατιούμαι, φυλακίζομαι, κλειδώσει, ασφαλίζει
Τυχαίες λέξεις
Opslorpen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορροφώ, αργοπίνω, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει