Raar στα ελληνικά

Μετάφραση: raar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίεργος, κωμικός, ρούμι, αστείος, απόκοσμος, μονός, ενικός, παράξενος, μοναδικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, αδερφή, αλλόκοτος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα
Raar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • raam στα ελληνικά - σώμα, πλαίσιο, πλαισίωση, δομή, διάρθρωση, πλαισιώνω, σκελετός, ...
  • raap στα ελληνικά - γογγύλι, γογγύλια, γογγυλιού, αγριογογγυλιών, γογγυλιών
  • rabat στα ελληνικά - έκπτωση, ανάρτηση, ανακοπή, εναιώρημα, ανάπαυλα, αναστολή, μείωση, ...
  • rabbi στα ελληνικά - ραβί, ραββίνος, ραβίνος, ραβίνο, ραβίνου, ραββίνου
Τυχαίες λέξεις
Raar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίεργος, κωμικός, ρούμι, αστείος, απόκοσμος, μονός, ενικός, παράξενος, μοναδικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, αδερφή, αλλόκοτος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα