Remedie στα ελληνικά

Μετάφραση: remedie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παστώνω, επανορθώνω, θεραπεύω, αλατίζω, καπνίζω, αποκαθιστώ, θεραπεία, φάρμακο, προσφυγής, λύση, προσφυγή
Remedie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • reliëf στα ελληνικά - ανάγλυφος, ανακούφιση, εκτόνωση, αρωγή, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ...
  • rem στα ελληνικά - φρενάρω, τροχοπεδώ, φρένο, φρένων, φρένου, πέδησης, πέδης
  • remmen στα ελληνικά - παρεμποδίζω, φρένο, τροχοπεδώ, φρενάρω, περιορίζω, φρένα, πέδες, ...
  • rendement στα ελληνικά - σοδειά, παραγωγή, αποδοτικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
Τυχαίες λέξεις
Remedie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παστώνω, επανορθώνω, θεραπεύω, αλατίζω, καπνίζω, αποκαθιστώ, θεραπεία, φάρμακο, προσφυγής, λύση, προσφυγή