Λέξη: ιπτάμενος

Σχετικές λέξεις: ιπτάμενος

ιπτάμενος σκίουρος, ιπτάμενος dusty, ιπτάμενος φροντιστής, ιπτάμενος ολλανδός, ιπτάμενος μελισσοκόμος, ιπτάμενος ολλανδός ηρώδειο, ιπτάμενοσ δίσκοσ, ιπτάμενος και τζέντλεμαν, ιπτάμενος κροίσος, ιπτάμενος ολλανδός αθλητισμός

Συνώνυμα: ιπτάμενος

πτητικός, ταχύς, πετών

Μεταφράσεις: ιπτάμενος

ιπτάμενος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flying, flier, volant, a flying

ιπτάμενος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vuelo, volador, volar, para volar, vuelan

ιπτάμενος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fliegend, fliegen, flug, Flug, fliegenden, fliegende

ιπτάμενος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
volée, vol, navigant, volant, voler, battant, de vol

ιπτάμενος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stormo, volante, volare, volano, di volo, che volano

ιπτάμενος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
voador, vôo, voando, voar, que voam

ιπτάμενος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwerm, vliegend, vliegen, die, vliegende, die vliegen

ιπτάμενος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рейс, перелет, летный, летательный, полет, лет, летучесть, летание, летающий, летучий, летать, летает, летающих

ιπτάμενος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flyging, flying, flyr, flygende, som flyr, fly

ιπτάμενος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flygande, flygningar, för flygningar, för flygningar från, flygningar från

ιπτάμενος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
liehuva, lentäminen, lentokykyinen, lentävä, lentävät, jotka lentävät, alla purjehtivien

ιπτάμενος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flyvning, flugt, flyvende, flyver, der flyver, der fører, flyve

ιπτάμενος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
let, létání, létající, plující, letí, letu

ιπτάμενος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
latanie, zalatywanie, przelatywanie, fruwanie, latający, przelotny, latające, latania, pływających pod

ιπτάμενος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
röpke, eliramodás, kibontás, elrepülés, aviatika, szökés, felröppenés, rövid, repülő, alatt hajózó, repül, repülés, hajózó

ιπτάμενος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uçuş, uçan, uçuş varışı, havayolu şirketleri, varışı, olan havayolu şirketleri

ιπτάμενος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
літання, політ, поле, полет

ιπτάμενος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fluturues, fluturuar, fluturonte, fluturon, duke fluturuar

ιπτάμενος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
летящ, летене, плаващи под, плаващ под

ιπτάμενος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палёт, полет

ιπτάμενος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lendlev, lendamine, lendav, all sõitvate, all sõitvatel, sõidavad, all sõitvad

ιπτάμενος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
letenje, leteći, leti, lete, letenja

ιπτάμενος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flug, fljúga, fljúgandi, að fljúga, sem fljúga, siglir

ιπτάμενος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skrydis, reisas, skraidantis, plaukioja, skraidina, plaukiojantiems, plaukiojančių

ιπτάμενος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
reiss, lidojums, lidošana, lidojošs, lidošanas, kas peld, kas peld ar

ιπτάμενος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
летот, летање, вее, летаат, лета, летечки

ιπτάμενος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
zbor, care zboară, zboară, care arborează, de zbor

ιπτάμενος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ki plujejo pod, ki plujejo, plujejo pod, ki pluje, pluje pod

ιπτάμενος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
letecký, lietanie, lietania, lietaní, flying

Στατιστικά δημοτικότητας: ιπτάμενος

Τυχαίες λέξεις