Ribbe στα ελληνικά

Μετάφραση: ribbe, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καδρόνι, δοκός, αχτίδα, πλευρό, νεύρωση, πλευρού, rib, πλευρών
Ribbe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • reëel στα ελληνικά - πραγματικός, αληθινός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
  • rib στα ελληνικά - χτένι, πλευρό, νεύρωση, πλευρού, πλευρών
  • ribbel στα ελληνικά - πλευρό, κορυφογραμμή, ράχη, κορυφογραμμής, ράχης, προεξοχή
  • ribstuk στα ελληνικά - χτένι, νεύρωση, πλευρού, rib, πλευρών, πλευρό
Τυχαίες λέξεις
Ribbe στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καδρόνι, δοκός, αχτίδα, πλευρό, νεύρωση, πλευρού, rib, πλευρών