Αχτίδα στα ολλανδικά
Μετάφραση: αχτίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
balk, straal, ribbe, onderlegger, spaak, schacht, as, de as, shaft
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αχτίδα
αχτίδα θεσσαλονίκη, φροντιστήριο αχτίδα, αχτίδα αυτισμός, αχτίδα φωτός, αχτίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αχτίδα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αχρείος στα ολλανδικά - schurk, ploert, boefje, boef, scoundrel
- αχρηστεύω στα ολλανδικά - onbekwaam maken, te schakelen, onbekwaam, uit te schakelen, incapacitate
- αχυρώνας στα ολλανδικά - loods, keet, schuur, barak, stal
- αχόρταγος στα ολλανδικά - hebzuchtig, gulzig, inhalig, hebzuchtige, gulzige
Τυχαίες λέξεις
Αχτίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: balk, straal, ribbe, onderlegger, spaak, schacht, as, de as, shaft
Μεταφράσεις: balk, straal, ribbe, onderlegger, spaak, schacht, as, de as, shaft