Rusteloosheid στα ελληνικά

Μετάφραση: rusteloosheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βράζω, ανησυχία, ανησυχίας, νευρικότητα, την ανησυχία, η ανησυχία
Rusteloosheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rustbank στα ελληνικά - ανάκλιντρο, ντιβάνι, καναπές, σαλόνι, καναπέ, στον καναπέ, κλίνη
  • rustdag στα ελληνικά - διακοπές, ημέρα ανάπαυσης, μέρα ανάπαυσης, μέρα ξεκούρασης, ημέρας ανάπαυσης, την ανάπαυση
  • rusten στα ελληνικά - υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα
  • rustiek στα ελληνικά - αγροτικός, χωριάτικος, ρουστίκ, αγροτικό, χωριάτικο
Τυχαίες λέξεις
Rusteloosheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βράζω, ανησυχία, ανησυχίας, νευρικότητα, την ανησυχία, η ανησυχία