Schaal στα ελληνικά

Μετάφραση: schaal, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καβούκι, λέπι, έλυτρο, κλίμακα, φλοιός, πιάτο, κλιμάκωση, πιατέλα, κλίμακας, κέλυφος, καύκαλο, οβίδα, μέγεθος, ζυγαριά
Schaal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • schaakbord στα ελληνικά - σκακιέρα, σκακιέρας, σκάκι, σκακιερών, σκακιέρα του
  • schaakmat στα ελληνικά - χαλάκι, ματ, κάνει ματ, να κάνει ματ, κατανικώ, checkmate
  • schaalverdeling στα ελληνικά - κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, μέγεθος, ζυγαριά
  • schaalvrucht στα ελληνικά - παξιμάδι, καρύδι, περικόχλιο, περικοχλίου, παξιμαδιού
Τυχαίες λέξεις
Schaal στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καβούκι, λέπι, έλυτρο, κλίμακα, φλοιός, πιάτο, κλιμάκωση, πιατέλα, κλίμακας, κέλυφος, καύκαλο, οβίδα, μέγεθος, ζυγαριά