Schreeuw στα ελληνικά
Μετάφραση: schreeuw, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνάζω, κλαίω, κατακραυγή, στριγγλίζω, στριγκλιά, κλήση, στριγκλίζω, τηλεφωνώ, κραυγή, κραυγάζω, αγανάκτηση, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- schrede στα ελληνικά - βήμα, βηματίζω, τσαλαπατώ, πατημασιά, φόρα, δρασκελίζω, δρασκελιά, ...
- schreef στα ελληνικά - επενδύω, ράβδωση, γραμμή, παρατάσσω, ρυτίδα, έγραψε, έγραψε τις, ...
- schreeuwen στα ελληνικά - κλαίω, στριγγλίζω, κραυγή, κραυγάζω, φωνάζω, στριγκλίζω, να φωνάξει, ...
- schreien στα ελληνικά - φωνάζω, κραυγή, κλαίω, κλαίνε, κλαις, κλάψουν, κλαίτε
Τυχαίες λέξεις
Schreeuw στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνάζω, κλαίω, κατακραυγή, στριγγλίζω, στριγκλιά, κλήση, στριγκλίζω, τηλεφωνώ, κραυγή, κραυγάζω, αγανάκτηση, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Μεταφράσεις: φωνάζω, κλαίω, κατακραυγή, στριγγλίζω, στριγκλιά, κλήση, στριγκλίζω, τηλεφωνώ, κραυγή, κραυγάζω, αγανάκτηση, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα