Specifiek στα ελληνικά

Μετάφραση: specifiek, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκεκριμένος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
Specifiek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • specialist στα ελληνικά - ειδικός, ειδικό, εξειδικευμένο, εξειδικευμένων, εξειδικευμένες
  • specificeren στα ελληνικά - καθορίζω, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
  • specimen στα ελληνικά - δοκιμάζω, γεύομαι, δείγμα, υπόδειγμα, δείγματος, δοκίμιο, υπόδειγμα που
  • speech στα ελληνικά - απευθύνω, γλώσσα, διεύθυνση, ομιλία, ομιλίας, λόγου, την ομιλία, ...
Τυχαίες λέξεις
Specifiek στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκεκριμένος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες