Stug στα ελληνικά

Μετάφραση: stug, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλύγιστος, αδιάλλακτος, σκληρός, ισχυρός, άκαμπτος, δύσκολος, άτεγκτος, αυστηρός, άκαμπτο, άκαμπτη, άκαμπτα, άκαμπτου
Stug στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • studio στα ελληνικά - στούντιο, Studio, το στούντιο, ατελιέ
  • stuf στα ελληνικά - γόμα, λαστιχένιος
  • stugheid στα ελληνικά - δυστροπία, σκυθρωπότητα, σκυθρωπότης
  • stuip στα ελληνικά - σπασμός, σπασμοί, σπασμών, σπασμούς, σπασμού
Τυχαίες λέξεις
Stug στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλύγιστος, αδιάλλακτος, σκληρός, ισχυρός, άκαμπτος, δύσκολος, άτεγκτος, αυστηρός, άκαμπτο, άκαμπτη, άκαμπτα, άκαμπτου