Λέξη: χαστουκίζω
Συνώνυμα: χαστουκίζω
ραπίζω, έχω γεύση, φιλώ ηχηρώς
Μεταφράσεις: χαστουκίζω
χαστουκίζω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
smack, biff
χαστουκίζω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
palmada, biff, a Biff, de Biff, bife
χαστουκίζω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schmatzen, klaps, heroin, geschmack, würze, beigeschmack, aroma, schnalzen, schnallen, Puff, biff, bei biff
χαστουκίζω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
savourer, héroïne, claquer, taper, tape, applaudir, claquement, relent, frapper, saveur, gifler, goût, clapper, gifle, droit, goûter, coup de poing, Biff, de Biff, flanquer un coup de poing
χαστουκίζω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
schiocco, sapore, pacca, Biff, di Biff
χαστουκίζω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
heroína, pancada, golpe, sopapo, golpear, biff
χαστουκίζω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
smakken, heroïne, sterke slag, Biff, dreun, geklap en, geklap
χαστουκίζω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
щелкать, чавкать, смаковать, вкус, отдавать, душок, примесь, смэк, хлопать, глоток, привкус, отзываться, доллар, смак, запах, стукнуть, Биф, Бифф, Biff, сильный удар
χαστουκίζω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dask, smekk, smak, BIFF
χαστουκίζω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
smälla, Biff, smocka, smockan
χαστουκίζω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
maiskauttaa, kalastusalus, vivahdus, heroiini, nyrkinisku, Biff, biffille, isku, iskeä
χαστουκίζω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Biff, gok
χαστουκίζω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přímo, mlaskat, chutnat, třísknout, hubička, plesknout, chuť, plácnutí, plácnout, praštit, Biff, pecka, rána, Biffa
χαστουκίζω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cmokanie, cmokać, mlaskać, trzaśnięcie, uderzyć, smakować, trzepnięcie, klaps, klaskać, posmak, trzaskać, klepnąć, trzask, szturchać, biff, szturchaniec, Biffa
χαστουκίζω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cuppantás, zsupsz, cuppanás, árnyalatnyi, pofon, biff, a biff -et, biff -et
χαστουκίζω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eroin, şamar, tokat, yumruklamak, Biff, yumruk, yumruk vurmak, Biff'in
χαστουκίζω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
уподобання, озиватися, клацати, ковток, домішка, стукнути, вдарити, грюкнути, ударити
χαστουκίζω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
godas, goditje, godit, Biff
χαστουκίζω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
силна плесница, удрям, Биф, силен удар, Biff
χαστουκίζω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стукнуць, стукнуў, ўдарыць
χαστουκίζω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
laksama, musitama, mekk, Löögi, Biff, Nyrkin löök, Löök
χαστουκίζω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kap, podsjećati, jak udarac, Biff
χαστουκίζω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Biff
χαστουκίζω στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
battuo
χαστουκίζω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skonis, Trinti, Szturchaniec, Belziens, Stiprus smūgis, Szturchać
χαστουκίζω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aromāts, garša, iesist, belziens, Biff
χαστουκίζω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
посилна плесница
χαστουκίζω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
savoare, Biff, Biff a
χαστουκίζω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
suniti, Biff, Biff je
χαστουκίζω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tresnúť, udrieť, praštit, praštiť, buchnúť
Τυχαίες λέξεις