Stuwen στα ελληνικά
Μετάφραση: stuwen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωλυσιεργώ, εξωθώ, παρακωλύω, στοιβάζω, επισωρεύω, Stow, στοιβασία, τη στοιβασία
Μεταφράσεις
- stuurs στα ελληνικά - δριμύς, άγριος, τραχύς, βλοσυρός, σκούρος, ξινός, άσχημος, ...
- stuwadoor στα ελληνικά - λιμενεργάτης, στιβαδόρος, στοιβαστής, φορτοεκφορτωτής, τη στοιβασία που
- stuwing στα ελληνικά - ορμή, τελειώματα, κόψτε, στα τελειώματα, περικόψετε, διαγωγής
- subiet στα ελληνικά - τώρα, αμέσως
Τυχαίες λέξεις
Stuwen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωλυσιεργώ, εξωθώ, παρακωλύω, στοιβάζω, επισωρεύω, Stow, στοιβασία, τη στοιβασία
Μεταφράσεις: κωλυσιεργώ, εξωθώ, παρακωλύω, στοιβάζω, επισωρεύω, Stow, στοιβασία, τη στοιβασία