Εξωθώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: εξωθώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stuwen, verdrijven, wegjagen, Extrude, extruderen, Extrudeer
Εξωθώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξωθώ

ωθώ συνώνυμο, εξωθώ συνώνυμα, εξωθώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εξωθώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξυπνάδα στα ολλανδικά - spriet, geest, verstand, boegspriet, knapheid, handigheid, bekwaamheid, ...
  • εξωγήινος στα ολλανδικά - vreemd, buitenlander, onwennig, buitenlands, uitheems, afschuwelijk, vreemdeling, ...
  • εξωκλήσι στα ολλανδικά - kapel, muziekkapel, Chapel, de Kapel, kapel van, kapelletje
  • εξωστρεφής στα ολλανδικά - extrovert, extravert, extraverte, extroverte, extraverter
Τυχαίες λέξεις
Εξωθώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: stuwen, verdrijven, wegjagen, Extrude, extruderen, Extrudeer