Taalgeleerde στα ελληνικά

Μετάφραση: taalgeleerde, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Taalgeleerde στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • taal στα ελληνικά - εγκάθετος, γλώσσα, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
  • taaleigen στα ελληνικά - ιδίωμα, ιδιωματισμός, ιδιώματος, Λόγος, ιδίωμα που
  • taalkundig στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσικής, γλωσσική, γλωσσικές, γλωσσικών
  • taalkundige στα ελληνικά - γλωσσολόγος, γλωσσομαθής, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Τυχαίες λέξεις
Taalgeleerde στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς