Tamelijk στα ελληνικά
Μετάφραση: tamelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολλά, αρκετά, άφθονος, νισάφι, επαρκώς, σχετικά, πολλοί, δίκαια, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- tam στα ελληνικά - υπάκουος, κατοικίδιος, οικιακός, πειθήνιος, εξημερώνω, δαμάζω, δαμάσει, ...
- tamboer στα ελληνικά - τυμπανιστής, ντράμερ, drummer, τυμπανιστή, τον ντράμερ
- tand στα ελληνικά - δόντι, δοντιών, δοντιού, των δοντιών, δόντια
- tandarts στα ελληνικά - οδοντίατρος, οδοντίατρο, οδοντιάτρου, οδοντίατρό, τον οδοντίατρό
Τυχαίες λέξεις
Tamelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολλά, αρκετά, άφθονος, νισάφι, επαρκώς, σχετικά, πολλοί, δίκαια, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά
Μεταφράσεις: πολλά, αρκετά, άφθονος, νισάφι, επαρκώς, σχετικά, πολλοί, δίκαια, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά