Tin στα ελληνικά
Μετάφραση: tin, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κονσέρβα, κασσίτερος, κασσιτέρου, κασσίτερο, κασσίτερου, του κασσιτέρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acclimatiseren στα ελληνικά - εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί
- fonds στα ελληνικά - μέχρι, ταμείο, κεφάλαιο, Ταμείο, Ταμείου, του Ταμείου, Αμοιβαίο Κεφάλαιο
- invasie στα ελληνικά - εισβολή, εισβολής, την εισβολή, επιδρομή, εισβολή στο
- tergen στα ελληνικά - προκαλώ, προκαλέσει, προκαλούν, προκαλέσουν, να προκαλέσει, προκαλεί
Τυχαίες λέξεις
Tin στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κονσέρβα, κασσίτερος, κασσιτέρου, κασσίτερο, κασσίτερου, του κασσιτέρου
Μεταφράσεις: κονσέρβα, κασσίτερος, κασσιτέρου, κασσίτερο, κασσίτερου, του κασσιτέρου