Εισβολέας στα αγγλικά

Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
invader, raider, intruder, attacker, hacker
Εισβολέας στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβολέας

εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας αγγλικά, εισβολέας στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εισαγωγικός στα αγγλικά - introductory, originative, import, an import
  • εισβάλλω στα αγγλικά - invade, impinge
  • εισβολή στα αγγλικά - invasion, incursion, invasion of, intrusion, invading
  • εισιτήριο στα αγγλικά - ticket, a ticket, tickets, the ticket, fare
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: invader, raider, intruder, attacker, hacker